Ένα διογκωμένο, δύσκολα ανιχνεύσιμο και διαρκώς εντεινόμενο πρόβλημα είναι τα μικροπλαστικά, τα οποία εντοπίζονται κυρίως στα θαλάσσια ύδατα και τα παραγόμενα τρόφιμα, καθώς και στον αέρα που αναπνέουμε, δημιουργώντας εύλογες ανησυχίες για τις επιπτώσεις τους στην ανθρώπινη υγεία και στα ανά τόπους οικοσυστήματα. Τα μικροπλαστικά ουσιαστικά είναι πλαστικά σωματίδια με μικρότερο των πέντε χιλιοστών μέγεθος, τα οποία δεν μπορούν να διακριθούν με γυμνό μάτι και χωρίζονται σε πρωτογενή και δευτερογενή. Το 30% των υπαρχόντων μικροπλαστικών που εντοπίζονται στο περιβάλλον προέρχονται από μικρά κομμάτια πλαστικών που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες κατηγορίες βιομηχανιών, ενώ το υπόλοιπο 70% προέρχονται από αντικείμενα, όπως πλαστικές συσκευασίας, καλαμάκια, μπουκάλια, σακούλες, βιομηχανικά λύματα, συνθετικά προϊόντα και άλλα. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, από 19.000 μέχρι 50.000 σωμάτια μικροπλαστικών λαμβάνει κατά μέσο όρο ένας Ευρωπαίος κάτοικος κάθε χρόνο, ενώ σύμφωνα με έρευνα του επιστημονικού περιοδικού Environmental Chemistry Lette, κάθε λίτρο νερού από σύννεφο περιέχει, από 6,7 έως 13,9 κομμάτια πλαστικού. Το φαινόμενο εντοπίζεται και στην Κρήτη, καθώς και ευρύτερα στη Μεσόγειο θάλασσα, η οποία αποτελεί ένα κλειστό θαλάσσιο οικοσύστημα και δέχεται μικροπλαστικά από πολλές πηγές, όπως αστικά λύματα, ΧΥΤΑ, αγροτικές περιοχές και εκτεταμένη τουριστική δραστηριότητα. Τα τελευταία χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκδώσει οδηγίες για τη μείωση των βιομηχανικών μικροπλαστικών, που πλέον μπορούν να αντικατασταθούν με φυσικές πρώτες ύλες, γεγονός που έχει οδηγήσει σε μερική μείωσή τους, ωστόσο η πλειονότητα των μικροπλαστικών προέρχεται από παλαιότερα απορρίμματα, που διασπώνται δύσκολα και σε βάθος χρόνο, καθώς είναι και δύσκολο να συλλεχθούν.
«Δεν είναι μόνο το τι πετάμε αυτή τη στιγμή, αλλά και το τι πετούσαμε μερικά χρόνια πριν»
Μία από τις πιο ανησυχητικές περιβαλλοντικές προκλήσεις θαλάσσιας και ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι ουσιαστικά η εμφάνιση των μικροπλαστικών και η αύξησή τους τα τελευταία χρόνια, με την Κρήτη να μην αποτελεί εξαίρεση του φαινομένου, σύμφωνα με όσα εξήγησε στα «Ρ.Ν.» ο Νίκος Καλογεράκης, Ομότιμος Καθηγητής Βιοχημικών Διεργασιών στο Πολυτεχνείο Κρήτης και Διευθυντής του Εργαστηρίου Βιοχημικής Μηχανικής και Περιβαλλοντικής βιοτεχνολογίας. «Υπάρχουν δύο ειδών μικροπλαστικά. Αυτά τα οποία δημιουργούνται από το σπάσιμο των μεγαλύτερων πλαστικών απορριμμάτων, όπως μία πλαστική σακούλα, που κόβεται σε μικρότερα κομμάτια, τα οποία είναι κάτω από πέντε χιλιοστά, στη μεγαλύτερη διάστασή τους. Αυτό γίνεται γιατί παθαίνουν γήρανση, καθώς με την υπεριώδη ακτινοβολία αρχίζουν και διασπώνται. Το δεύτερο είδος είναι τα μικροπλαστικά που παράγει η βιομηχανία, δηλαδή υπάρχουν τέτοιου είδους πάρα πολύ μικρά σωματίδια στις οδοντόκρεμες. Υπάρχουν αντίστοιχα μικρά κομματάκια από πολυαιθυλένιο, τα οποία τα χρησιμοποιούν για καθαρισμό προσώπου», ανέφερε. Παρά τις γενικότερες προσπάθειες περιορισμού των μικροπλαστικών, η διαχείρισή τους παραμένει πρόκληση και σημαντικό πρόβλημα, από τη στιγμή που η συλλογή τους είναι δύσκολη σε σύγκριση με άλλους ρύπους. Μάλιστα, όπως επεσήμανε ο κ. Καλογεράκης, η σύνθεσή τους ποικίλλει: «Έχουμε πολλά είδη από μικροπλαστικά. Το 80% των μικροπλαστικών που κυκλοφορούν είναι από πολυαιθυλένιο, πολυφωτειλένιο, πολυστερένιο και PVC, τέσσερα βαρβάτα πλαστικά». Αναφορικά τώρα με τις πηγές προέλευσης τους, αυτές σχετίζονται κυρίως με παρελθοντικούς ρύπους, οι οποίοι δεν έχουν ακόμα διασπαστεί. «Τα μικροπλαστικά επειδή το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών είναι δευτερεύουσας πηγής, μετράει πολύ το τι έχουμε πετάξει στο παρελθόν μέσα στη θάλασσα ή στις ακτές μας, το οποίο μετά κομματιάζεται και μας δημιουργεί μικροπλαστικά, οπότε δεν είναι μόνο το τι πετάμε αυτή τη στιγμή, αλλά και το τι πετούσαμε μερικά χρόνια πριν», ανέφερε ο κ. Καλογεράκης και τέλος σημείωσε: «Γενικά έχουμε περισσότερο αύξηση, παρά μείωση των μικροπλαστικών συνολικά μέσα στο θαλάσσιο περιβάλλον. Στην ειδική περίπτωση που ορισμένα από τα πλαστικά και ενδεχομένως και από τα μικροπλαστικά είναι πιο βαριά από το νερό, αυτά πάνε στον πάτο της θάλασσας και δεν τα ξαναβλέπουμε εύκολα».

Επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία
Πέρα από τη γενικότερη ρύπανση η οποία προκύπτει από τα μικροπλαστικά, η έκθεση του ανθρώπου σε αυτά δημιουργεί σημαντικούς και ορατούς κινδύνους για την υγεία του. «Τα νανοπλαστικά είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτήν τη στιγμή, γιατί δεν τα καταλαβαίνουμε, τα αναπνέουμε, τα πίνουμε και μπορεί να είναι αδρανής η ουσία του πολυμερούς που χρησιμοποιούμε για την παραγωγή των πλαστικών, αλλά εξακολουθούν να δημιουργούν φλεγμονές σε διάφορα όργανα μέσα στον οργανισμό, ενώ περνούν και σε ορισμένες περιοχές όπως το αίμα και ο εγκέφαλος», ανέφερε ο κ. Καλογεράκης και συμπλήρωσε ότι η Μεσόγειος, λόγω του κλειστού της χαρακτήρα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη. «Η Μεσόγειος είναι μία κλειστή θάλασσα και οι εναλλαγές της είναι πολύ μικρές από έξω προς τα μέσα. Με τον αέρα μεταφέρονται πάρα πολλά μικροπλαστικά, που έχει ως συνέπεια να περνούν από το κέντρο της πόλης και να πηγαίνουν στην παραλία, ή από αγροτικές περιοχές και να γίνεται μεταφορά στο θαλάσσιο περιβάλλον». Τα μικροπλαστικά εισέρχονται στον ανθρώπινο οργανισμό κυρίως μέσω τριών οδών: «Ουσιαστικά έχουμε τρεις τρόπους με τους οποίους τα μικροπλαστικά και τα νανοπλαστικά μπαίνουν μέσα στο ανθρώπινο σώμα, ο πρώτος είναι μέσω της αναπνοής, ενώ οι άλλοι μέσω του φαγητού και του νερού», υπογράμμισε ο κ. Καλογεράκης. Τέλος, όπως επεσήμανε, η παρακολούθηση των μικροπλαστικών και των νανοπλαστικών στον άνθρωπο και στο περιβάλλον έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια: «Έχουν γίνει πολλές μελέτες την τελευταία πενταετία, σχετικά με την επίδραση των μικροπλαστικών και των νανοπλαστικών στην υγεία του ανθρώπου και την υγεία όλων των ζώντων οργανισμών». Οι συγκεντρώσεις τους, όπως παρατήρησε, παρουσιάζουν «τρομακτική εναλλαγή των αριθμών σε μικροπλαστικά όσον αφορά την συγκέντρωσή τους σε συγκεκριμένα σημεία».
Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα
Η Κρήτη λειτουργεί και ως κέντρο πιλοτικών μελετών για την αντιμετώπιση, τη διερεύνηση, τη συγκέντρωση, τη διαχείριση και την αντιμετώπιση μικροπλαστικών, μέσα από ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα που εφαρμόζεται στο εργοστάσιο επεξεργασίας λυμάτων στην περιοχή του Γερανίου (Δήμου Πλατανία Χανίων) από το Εργαστήριο Βιοχημικής Μηχανικής και Περιβαλλοντικής βιοτεχνολογίας. «Τρέχουμε ένα πρόγραμμα, μέσω του οποίου εξετάζουμε το πώς θα μαζέψουμε τα μικροπλαστικά στην έξοδο ενός βιολογικού. Έχουμε ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα, που εξελίσσεται στο βιολογικό στο Γεράνι, γιατί μας ενδιαφέρει το γεγονός ότι το 95% των ανθρώπων στην περιοχή, ειδικά το καλοκαίρι είναι τουρίστες», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Καλογεράκης. Η μέθοδος που εφαρμόζεται βασίζεται σε μικροφυσαλίδες, οι οποίες συγκεντρώνουν τα μικροπλαστικά στην επιφάνεια ώστε να μπορούν να συλλεχθούν: «Προσπαθούμε με μία τεχνική που αναπτύσσουμε με μικροφυσαλίδες, έχουμε εγκαταστήσει ένα σύστημα στη δεξαμενή καθίζησης, εκεί δηλαδή που διαχωρίζεται το νερό που φεύγει και πάει στη θάλασσα. Το νερό που πάει να φύγει λοιπόν το περνάμε μέσα από το σύστημα με μικροφυσαλίδες και μαζεύονται στην επιφάνεια τα μικροπλαστικά, τα οποία μπορούμε να τα μαζέψουμε». Η καινοτομία αυτή προσφέρει λύσεις για την ελαχιστοποίηση της μεταφοράς μικροπλαστικών στη θάλασσα από τα κέντρα επεξεργασίας λυμάτων: «Είναι μία μέθοδος, ώστε τα κέντρα επεξεργασίας λυμάτων να μην μεταφέρουν μικροπλαστικά στη θάλασσα, που είναι ένα σημαντικό πρόβλημα, αν σκεφτούμε πόσοι βιολογικοί υπάρχουν στη Μεσόγειο, γιατί όλοι οι βιολογικοί μεταφέρουν μικροπλαστικά στη θάλασσα», σημείωσε ο κ. Καλογεράκης, ενώ όπως τόνισε, η σχέση της αύξησης των μικροπλαστικών, με τον τουρισμό είναι άμεση, καθώς η χρήση προϊόντων μίας χρήσης αυξάνει την παρουσία τους στα θαλάσσια οικοσυστήματα: «Προφανώς και τα μικροπλαστικά συνδέονται και με τον τουρισμό, γιατί όταν είσαι τουρίστας έχεις την τάση να παίρνεις πράγματα της μίας χρήσης, ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί πάρα πολύ τα μικροπλαστικά στα πλαστικά μπουκάλια, σε σχέση με παλαιότερα», κατέληξε.
RETHNEA.GR